Ellasnetblogs

Στην κατεχόμενη Κύπρο οι Τούρκοι πουλάνε ελληνοκυπριακές περιουσίες, στην ελεύθερη Ελλάδα το κράτος χαρίζει (με το αζημίωτο;) περιουσίες ξενιτεμένων Ελλήνων

Ανοιχτή επιστολή του καρδιολόγου Δρ. Ζώη Βρεττού

Οι γονείς μου, με καταγωγή από την Λευκάδα, ξενιτεύτηκαν από το 1964 στη Γερμανία, για να ξεφύγουν από τη φτώ χεια και να μας σπουδάσουν, να μη μείνουμε «στραβοί χωρίς γράμματα» σαν τους ίδιους, όπως μου ‘λεγε η μάνα μου. Κάθε καλοκαίρι, τις λίγες βδομάδες άδεια που είχε ο πατέρας, τις περνούσε στη συντήρηση των χωραφιών, «να μην λογγώ σουν και τα χάσουμε ως δασικά». Πού να ‘ξερε πως μπορούμε να τα χάσουμε και έτσι… Η περιπέτεια Το 1973, όταν ένας αρχιτέκτονας αγόρασε κάποια χωράφια του χωριού σε περιοχή κοντά στη θάλασσα, συμπεριέλαβε, απ’ ότι φαίνεται στο συμβόλαιο, και έναν γειτονικό λόγγο 15 στρεμμάτων, που ανήκε όμως στην οικογένειά μας. Ο λοφίσκος με τον λόγγο, χωρίζονται ευκρινώς από τα χωράφια, με τον δημόσιο δρόμο Λευκάδας – Νυδρίου. Στα χωράφια αυτά χτίστηκε στη συνέχεια ξενοδοχείο 5 αστέρων. Το ατόπημα ήρθε στο φως, όταν στα τέλη του ’80 ο αγοραστής – αρχιτέκτονας, οριοθέτησε με χρώματα την δική μας έκταση ως δική του. Έτσι καταλήξαμε στο Πρωτοδικείο Λευκάδας. Είναι γνωστό ότι τότε οι μεταβιβάσεις στηρίζονταν σε προφορικές μαρτυρίες μια και δεν υπήρχαν συμβόλαια. Όλοι οι μάρτυρες, όλο το χωριό μας, και ο μεσίτης, καταθέτουν ότι ο επίδικος λόγγος ανήκει στην οικογένειά μας. Ούτε ένας μάρτυρας δεν βρέθηκε να πει το αντίθετο. Και ενα συμβό- λαιο του 1917 εμάς αναφέρει ως γείτονες στην περιοχή. Όμως ο αγοραστής, ισχυρίζεται, ότι νόμιζε πως ανήκουν στον πωλητή. Ο πωλητής, ισχυρίζεται, ότι δεν πούλησε τη δική μας γη, αλλά ότι ο αρχιτέκτονας τον ξεγέλασε και μόνος του έβαλε στο συμβόλαιο ξένη περιουσία. Και μεις προσπαθούμε να αποδείξουμε πως δεν είμαστε ελέφαντες … Το ωραίο είναι ότι το Πρωτοδικείο, στο αιτιολογικό του λέει ότι ο αγοραστής – αρχιτέκτονας ήξερε τι αγόραζε ως γνώστης του αντικειμένου, ξέχασε!!! όμως να ρωτήσει τους γείτονες για την οριοθέτηση της αγοράς του. Έτσι καταχωρεί την έκταση, δηλαδή την περιουσία μας, στον αρχιτέκτονα, ως απόρροια χρησικτησίας, αφού λέει επέβλεπε τον λόγγο περνώντας από το δημόσιο δρόμο, σύμφωνα με την μαρτυρία του γιου του και του γαμπρού του. Αγνοώντας πως η μόνη χρησικτησία έγινε από τον ιδιοκτήτη πατέρα μου, αφού το ’84 και’85 ξελόγγωσε ενα μικρό τμήμα και φύτεψε και μερικές ελιές, με συνέπεια να πάει κατηγορούμενος από την δασική υπηρεσία για εκχέρσωση οπου την πρώτη φορά αθωώθηκε και τη δεύτερη δικάστηκε. Παραβλέποντας επίσης ότι ο συγκεκριμένος αγοραστής – αρχιτέκτονας, έχει οδηγηθεί στα δικαστήρια, για ανάλογα προβλήματα, με όλους τους συνορίτες του, όπου έχει αγοράσει. Το Εφετείο απλώς αντέγραψε ακριβώς το Πρωτοδικείο και τώρα περιμένουμε τον Άρειο Πάγο για να δούμε πού αλλού πρέπει να καταφύγουμε για τα αυτονόητα. Η πικρία Έχοντας αυτή την εμπειρία ως τα τώρα και γνωρίζοντας το πώς λειτουργούν τα πράγματα στην Ελλάδα, η ελπίδα μου ότι θα συναντήσω έναν έντιμο δικαστή που θα σκύψει με ευαισθησία και αντικειμενικότητα για να εξετάσει αυτό που καταμαρτυρεί ένα ολόκληρο χωριό, έχει μειωθεί στο ελάχιστο. Παρ’ όλα αυτά δεν έχω άλλον τρόπο απ’ τον έντιμο αγώνα. Θα συνεχίσω μέχρι τη δικαίωση, ακόμα και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η πικρία μου δεν έγκειται στον άρπαγα γείτονα, αλλά στο πώς λειτουργεί το σύστημα. Το αν είσαι δηλαδή μικρός και άγνωστος, χωρίς γνωριμίες και «κονέ», οι αποφάσεις, ακόμα και της ανεξάρτητης δικαιοσύνης, θα βγαίνουν συνεχώς κατευθυνόμενες, πιστά αντίγραφα της πρώτης. Αν είσαι δε και ξενιτεμένος, τα πράγματα επιδεινώνονται. Είμαστε μειωμένων δικαιωμάτων οι Έλληνες του ε- ξωτερικού; Καλοί μόνο για τη «μόστρα» της Ελλάδας στα κράτη που ζούμε, για το συνάλαγμά μας παλιότερα, για τον τουρισμό σήμερα, για να αποτελούμε το ελληνικό λόμπι στο εξωτερικό; Και στην Ελλάδα χαμένοι από χέρι; Αντιστέκομαι σθεναρά σε κάθε παρότρυνση φίλων (μέχρι χλευασμού), να προσαρμοστώ στα ελληνικά δεδομένα και να λειτουργήσω με άλλους τρόπους πιο αποτελεσματικούς.…Έμαθα απ’ τους γονείς μου και από την εμπειρία του εξωτερικού να αγωνίζομαι έντιμα. Και να αγωνίζομαι ως το τέλος, όσο χρειαστεί. Ως γιατρός, ξέρω επίσης τη ματαιότητα των υλικών αγαθών και ότι το τελευταίο πουκάμισο είναι χωρίς τσέπες. Αισθάνομαι όμως, απέναντι στον εαυτό μου, την οικογένειά μου και στους ξενιτεμένους απόδημους, την υποχρέωση να φτάσω στη δικαίωση, όσο δρόμο κι αν πρέπει να διανύσω. Το τέχνασμα της χρησικτησίας μου φαίνεται πολύ λίγο για να μπορεί να καλύπτει το άδικο. Η δύναμη του ισχυρού και των συμφερόντων, πολύ ανίσχυρα μπροστά στην ηθική και την αλήθεια.